Μοναστήρι της Παναγίας της Σκοπιωτισας

0
(0)

Έχει κηρυχθεί διατηρητέο βυζαντινό μνημείο και η γύρω περιοχή ως αρχαιολογικός και ιστορικός χώρος. Η επισκεψιμότητα της μονής περιορίζεται στους υπαίθριους χώρους και όχι μέσα στο καθολικό.

Η μονή αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφο του 1446 ως ιδιοκτησία του Λεονάρδου των δε Τόκκων. Από τότε περιερχόταν στην ιδιοκτησία μεγάλων οικογενειών του νησιού και το 1534 παραχωρήθηκε στον ιερωμένο Νικόλαο Λογοθέτη. Το 1624 αναλαμβάνει την μονή ο μητροπολίτης Κορίνθου Άνθιμος και προχωρά στην εκ θεμελίων ανακαίνισή της. Άλλη μια επέμβαση στο καθολικό τοποθετείται γύρω στο 1699. Η μονή εξακολουθεί να ανήκει στην οικογένεια Λογοθέτη.

Η Παναγία του Σκοπού είχε ανακηρυχθεί επίσημα προστάτρια της Ζακύνθου επί Βενετοκρατίας, ενώ σε αυτή προσέρχονταν και οι Δυτικοί, στους οποίους είχε παραχωρηθεί το δυτικό παρεκκλήσιο. Ζακυνθινοί αλλά και Πελοποννήσιοι δίνουν το όνομα της Παναγίας του Σκοπού στα πλοία τους. Η εικόνα της Παναγίας θεωρούνταν θαυματουργή και γι’ αυτό μετά από κάθε θεομηνεία γινόταν επίσημη λιτανεία στην πόλη. Μαθαίνουμε ότι στις 18 Νοεμβρίου 1864 έγινε λιτανεία της εικόνας, η οποία κατέληξε στον ναό του Αγίου Διονυσίου στην πόλη και την επόμενη μέρα μεταφέρθηκε στον ναό στον Σκοπό. Στις 5 Ιουλίου 1892 η εικόνα μεταφέρθηκε στον Άγιο Λουκά της πόλης. Η μονή αποκτά μεγάλη κτηματική περιουσία όχι μόνο από δωρεές πιστών αλλά και από παραχωρήσεις και προνόμια από τους Βενετούς.

Το μοναστήρι αναφέρεται για πρώτη φορά το σε έγγραφο του 1446, με το οποίο ο Λεονάρδος των Τόκκων παραχωρεί τη μονή στην οικογένεια Boniventi. Στις αρχές του 16ου αιώνα η μονή ανήκει στην οικογένεια Δακουζάν και το 1516 ο Αντώνιος Γουλιέλμος Δακουζάν δίνει την εκκλησία στον ιερωμένο Νικόλαο Λογοθέτη και 18 χρόνια αργότερα και την μονή. Το καθολικό της μονής υποθέτουμε πως ακολουθεί τον τύπο της βασιλικής με τρούλο με βάση τα σχέδια του Στέφανου Λογοθέτη (Ιανουάριος 1534). Αργότερα, στις 8 Μαρτίου 1624, η Αρτζήζα, χήρα του Νικολάου Βαλσάμου και επίτροπος των υιών Δημητρίου, Κωνσταντίνου και Ανδρέα Λογοθέτη με συμβολαιογραφική πράξη παραχώρησε τη μονή και τον ναό του Σκοπού στον Μητροπολίτη Κορίνθου Άνθιμο, ο οποίος χρίστηκε και ηγούμενος με οικονόμο τον ιερωμένο Αρβανιτάκη. Ο Άνθιμος ανακαίνισε εκ θεμελίων την μονή και έκτισε νέα εκκλησία στη θέση της παλαιότερης. Ο ναός αποπερατώθηκε το 1638. Σε αυτή τη φάση ανήκουν οι παραστάσεις ιεραρχών στην κάτω ζώνη της ανατολικής κεραίας. Έχει όμως διαπιστωθεί και μια δεύτερη φάση στην εικονογράφηση του ναού που τοποθετείται το 1699 σύμφωνα με επιγραφή στο τύμπανο της ανατολικής κεραίας. Ωστόσο το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού φαίνεται πως έμεινε ανολοκλήρωτο. Η μονή απέκτησε μεγάλη φήμη για τη βιβλιοθήκη και τους εκκλησιαστικούς θησαυρούς της και αποτελούσε σημαντικό πόλο έλξης μέχρι και τον 19ο αιώνα. Τον Μάρτιο του 1886 κεραυνός έπεσε και κατέστρεψε τον κεντρικό θόλο του ναού. Η μονή άρχισε να ερειπώνεται, ενώ οι θησαυροί της διασκορπίστηκαν από ξένους και ημεδαπούς επισκέπτες.

Η μονή της Παναγίας Σκοπιώτισσας είναι το μεγαλύτερο σε έκταση μοναστηριακό συγκρότημα της Ζακύνθου. Μετά τον καθαρισμό και την συντήρηση των ερειπίων το 2008, διακρίθηκαν τα βοηθητικά κτίρια και το καθολικό της μονής. Αναγνωρίστηκαν το μαγειρείο, το κελάρι, ο φούρνος και η σιταποθήκη στη βόρεια πλευρά, επιπλέον βοηθητικοί χώροι στην ανατολική και νότια πλευρά, στην οποία εντοπίστηκε και υπόγειο. Στην δυτική πλευρά εντοπίστηκε ο ξενώνας – τραπεζαρία, το κωδωνοστάσιο και το ηγουμενείο. Επίσης στην δυτική πλευρά βρίσκεται η είσοδος στην μονή και το καθολικό, ενώ στη νοτιοδυτική γωνία χτίστηκε ο αμυντικός πύργος. Στον όροφο πάνω από τα βοηθητικά κτίρια βρίσκονταν τα κελιά των μοναχών. Οι χώροι που βρίσκονται στο ισόγειο δεν έχουν παράθυρα, παρά μόνο φωτιστικές θυρίδες, σε αντίθεση με τα δωμάτια του ορόφου στα οποία υπήρχαν παράθυρα και στις δυο πλευρές τους. Η τράπεζα της μονής που αναγνωρίστηκε στα αριστερά της εισόδου, είναι μεγαλύτερη από τις τράπεζες των άλλων μονών της Ζακύνθου. Οι δυο της κόγχες κοσμούνταν με τοιχογραφίες, από τις οποίες όμως σώζεται μόνο μια. Στη νοτιοδυτική γωνία του περιβόλου κατασκευάστηκε αμυντικός πύργος. Είναι διώροφος και έχει βάση σε μορφή κόλουρης πυραμίδας. Η στέγη του είναι δικλινής και διακρίνονται θυρίδες στους περιμετρικούς τοίχους. Μοναδικό χαρακτηριστικό είναι το τζάκι στον όροφο, που μαρτυρεί πως κάποιος έμενε εκεί. Το καθολικό της μονής είναι αφιερωμένο στην Παναγία Σκοπιώτισσα. Ακολουθεί τον τύπο του σταυροειδούς με τρούλο, τον οποίο συναντάμε στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά όχι και στη Ζάκυνθο. Οι κεραίες του ναού είναι ισομήκεις, εκτός από την ανατολική που είναι μικρότερη. Η είσοδος γίνεται από θύρωμα άλλοτε τοξόσχημο με αψίδα. Ο νάρθηκας είναι μεταγενέστερη προσθήκη. Πρόκειται για ένα μεγάλο σχετικά χώρο που στεγάζεται με δίκλινη ξύλινη στέγη και έχει αψίδες στα πλάγια. Ο ναός έχει τέσσερις θόλους κυλινδρικής διατομής που πλαισιώνουν ένα τρούλο με οκταγωνικό τύμπανο. Ένα βεργίο χωρίζει εσωτερικά τον κάθε θόλο από το τύμπανο, στο οποίο έχουν ανοιχτεί τέσσερα παράθυρα σε αντιστοιχία με τις κεραίες του σταυροειδούς σχήματος του ναού. Εξωτερικά ο τρούλος παρουσιάζει τριπλή καμπυλότητα με κάμψεις πάνω από την βάση και κάτω από την κορυφή. Ίσως η ανώτερη κάμψη δηλώνει την ύπαρξη αρχικά ενός φανού, κατά τα πρότυπα της Αναγέννησης. Οι στέγες στις κεραίες παρέμειναν δικλινείς και μάλιστα επεκτάθηκαν για να καλύψουν και τα παρεκκλήσια που προστέθηκαν αργότερα.

Ο ναός είναι επηρεασμένος από τα πρότυπα της Αναγέννησης και του πρώιμου Μπαρόκ και αποτελεί μοναδική στιγμή στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Ζακύνθου. Ο πλούσιος κορινθιακός ρυθμός που διακοσμούσε τον ναό, δυστυχώς διασώζεται μονάχα στην περίτεχνη είσοδο προς το καθολικό. Το θύρωμα πλαισιώνεται από κίονες που φέρουν κορινθιακά κιονόκρανα και έχει τοξοειδές υπέρθυρο. Η κλείδα του τόξου φέρει στην κάτω επιφάνειά της λαξευμένο ανδρικό πρόσωπο αποτροπαϊκού χαρακτήρα, ίσως του αρχάγγελλου Μιχαήλ. Στην κατακόρυφη πλειυρά του τόξου διαβάζεται η επιγραφή: ΕΓΕΝΕΤΟ ΝΑΟΣ ΑΧΛΗ (1638) ΠΑΣ ΛΟΓΟΣ ΕΣΤΙ ΜΑΤΑΙΟΣ Ο ΜΗ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΕΡΓΩ Κάτω από το επιστύλιο υπάρχουν πλούσια ανάγλυφα μοτίβα σε τέσσερις ζώνες. Στο επίθημα υπάρχει μια δεύτερη επιγραφή: Ο ΦΘΟΝΟΣ ΑΥΤΟΣ ΕΑΥΤΟΝ ΕΟΙΣ ΒΕΛΕΕΣΙ ΔΑΜΑΖΕ ΠΚΤΟ ΙΕΡΜΝΧ + ΑΒΝΤΚ (Παγκράτιος ιερομοναχος + Αρβανιτάκης). Το θύρωμα απολήγει σε αέτωμα με οριζόντιο και δυο καταέτια γείσα που δεν ενώνονται στην κορυφή. Στο μέσο του τυμπάνου διακρίνεται κόσμημα σε χαμηλό ανάγλυφο, το οποίο ίσως εικονίζει θυρεό. Στο δάπεδο του ναού διατηρούνται δυο ομφάλια, το ένα βρίσκεται στο κέντρο του ναού και εικονίζει τον δικέφαλο αετό και το δεύτερο βρίσκεται στο κέντρο της βόρειας κεραίας και εικονίζει ένα ρόδακα. Σώζεται και το λίθινο τέμπλο του ναού. Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού φαίνεται πως πραγματοποιήθηκε σε δυο φάσεις. Η πρώτη μετά την αποπεράτωση του ναού το 1638 αντιπροσωπεύεται από τις παραστάσεις Ιεραρχών στην κάτω ζώνη της ανατολικής κεραίας. Μάλιστα διακρίνονται χαράγματα προσκυνητών μεταξύ των ετών 1657 και 1664. Είναι φανερή η επίδραση της κρητικής τέχνης του 17ου αιώνα. Στη δεύτερη φάση ανήκει η παράσταση της Σταύρωσης, που δείχνει επιρροές από το ιταλικό μπαρόκ, και της Ανάστασης στην ανατολική κεραία, που ακολουθεί επίσης δυτικά πρότυπα και αποτελεί αντίγραφο έργου του Ηλία Μπόσκου του 1657. Ο ίδιος αγιογράφος διακόσμησε τα τρία βημόθυρα του πέτρινου τέμπλου, από τα οποία το ένα καταστράφηκε από την υγρασία. Σε συμβόλαιο του 1826 αναφέρεται πως ιερομόναχος Βούτος Παϊσιος έλαβε 2 τάληρα από τον Ηγούμενο για την εικονογράφιση της Πρόθεσης. Ωστόσο είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως παρά τον πλούτο της μονής ο εικονογραφικός διάκοσμος του καθολικού δεν ολοκληρώθηκε.

Στην κορφή του όρους Σκοπός, στις πλάτες του χωριού Αργάσι, βρίσκεται το μικρό μισογκρεμισμένο μοναστήρι που κτίστηκε το 15ο αιώνα προς τιμήν της Παναγίας.

Από αυτό το μοναστήρι, μέσα στη φύση είναι δυνατόν να δείτε ολόκληρο το νησί, μια θέα που δεν ξεχνιέται και που όπως φαίνεται από το όνομα Μπελβεντέρε εκτιμούσαν και οι ενετοί. Χτίστηκε σε βυζαντινό ρυθμό, πάνω στα ερείπια του αρχαίου ναού της Αρτέμιδας; το σχήμα σταυρού και το εσωτερικό πλούσιο σε τοιχογραφίες κάνουν την εκκλησία πολύ χαρακτηριστική. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι ο δρόμος για να φτάσετε στην εκκλησία δεν σηματοδοτείτε καθώς επίσης το τελευταίο κομμάτι του δεν έχει άσφαλτο.

Πηγές

  • Λ.Χ. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω Μοναί, Ζάκυνθος 1900
  • Λ.Χ. Ζώης, Θεοτόκος η Σκοπιώτισσα, μεσαιωνικός ναός εν Ζακύνθω, Βυζαντίς, τ.Β΄, Αθήναι 1911 – 1912
  • Μ. Χατζηδάκης, Μεταβυζαντινές τοιχογραφίες στη Ζάκυνθο, Μέρος Δεύτερο Ζυγός 6, 1956, 16-18
  • Λ.Χ. Ζώης, Ιστορία της Ζακύνθου, Αθήναι 1964
  • Ντ. Κονόμος, Ναοί και μονές στη Ζάκυνθο, Αθήναι 1964
  • Ντ.Κονόμος, Ηπειρώτες στη Ζάκυνθο, Ιωάννινα 1964
  • Ντ. Κονόμου, Εκκλησίες και μοναστήρια στη Ζάκυνθο, Αθήνα 1967
  • Ν. Βαρβιάνης, Η Ζάκυνθος, Αθήνα 1977
  • Ντ.Οικονόμου, Ζάκυνθος. Πεντακόσια χρόνια (1478 – 1978).
  • Τέχνης Οδύσσεια, Τ.5, τεύχ.Α΄. Θρησκευτική Τέχνη. Ζωγραφική, Αθήνα 1988
  • Ντ.Κονόμος, Ζάκυνθος.Πεντακόσια χρόνια (1478 – 1978). Τέχνης Οδύσσεια, Τ.5, τεύχ.Β΄, Θρησκευτική τέχνη.
  • Αρχιτεκτονική – Ξυλογλυπτική – Αργυρογλυπτική, Αθήνα 1989
  • Ζ.Α. Μυλωνά, Το καθολικό της Μονής της Παναγίας της Σκοπιώτισσας στη Ζάκυνθο, ΑΕ 1984
  • R.Sargint, Η Ζάκυνθος κάποτε… Zakynthos once uron a time… (κείμενα: Ν.Λούντζης), Ζάκυνθος 1990
  • W.L.Salvator, Ζάκυνθος (μετ.Α.Αρμένη-Τσουκαλά), Ζάκυνθος 1995
  • Ζ.Α.Μυλωνά, Το καθολικό της μονής της Παναγίας της Σκοπιώτισσας στη Ζάκυνθο, Μονές της Ζακύνθου. ΙστορίαΑρχιτεκτονική-Τέχνη. Πρακτικά επιστημονικής ημερίδας, 16 Νοεμβρίου 1996, Ζάκυνθος 1998, σ. 67-87

Πόσο χρήσιμο βρήκατε αυτό το άρθρο?

Πατήστε σε ένα αστέρι για να αξιολογήσετε!

Μέση βαθμολογία 0 / 5. Πλήθος Αξιολογήσεων: 0

Δεν υπάρχουν αξιολογήσεις. Γίνετε ο πρώτος που θα αξιολογήσει!

Αφήστε μια απάντηση